- διαθερμία
- Θεραπευτική μέθοδος που αποσκοπεί στην ανύψωση της θερμοκρασίας των ιστών που βρίσκονται στα βαθύτερα στρώματα. Στηρίζεται στο φαινόμενο Τζάουλ, κατά το οποίο ηλεκτρικό ρεύμα υψηλής συχνότητας και έντασης μερικών δεκάτων του αμπέρ μετατρέπεται σε θερμότητα. Με την ανύψωση της θερμοκρασίας των ιστών αυξάνονται τοπικά η αιμάτωση και ο μεταβολισμός τους. H δ. χρησιμοποιείται στη φυσιοθεραπεία για την ανακούφιση του πόνου και στη χειρουργική για τον καυτηριασμό και την αιμόσταση.
* * *ηθεραπευτική μέθοδος αναλγητικής αγωγής με τη χρήση υψηλής συχνότητας εναλλασσόμενου ρεύματος.
Dictionary of Greek. 2013.